Κυριακή σήμερα κι ας προσπαθήσουμε να ξεχάσουμε τα όσα ζοφερά μας περιτριγυρίζουν, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Την Κυριακή συχνά βάζω κάτι ποιητικό, οπότε σήμερα θα σας βάλω να ακούσετε ένα εντελώς ανοιξιάτικο μελοποιημένο τραγούδι.
Παραθέτω τους στίχους:
Λαλούν τ’ αηδόνια και πλαντάζω,
ανθούν τα ρόδα και μεθώ,
το φεγγαράκι κουβεντιάζω
και μου ‘ρχεται να τρελαθώ.
Μια μαγεμένη ανατριχίλα
με περιμένει κάθε αυγή,
θαρρώ πως βγάζω ανθούς και φύλλα
κι απλώνω ρίζες μες στη γη.
Μα ποιο μεθύσι και ποια τρέλα
και ποια ανοιξιάτικη χαρά
μοιάζει με αυτό που φέρνεις; -έλα
κι όλα τα νοιώθω μια φορά!
Πρόκειται για ποίημα του Γ. Αθάνα, του Γεωργίου Αθανασιάδη-Νόβα. Το ποίημα είναι παρμένο από τη συλλογή «Αγάπη στον Έπαχτο», τη δεύτερη συλλογή του Αθάνα που κυκλοφόρησε το 1922, όταν ο ποιητής είχε περάσει πια την πρώτη-πρώτη νιότη (γεννημένος το 1893, κόντευε πια τα τριάντα). Η συλλογή αυτή είχε την ιδιομορφία ότι όλα της τα ποιήματα είχαν την ίδια ακριβώς δομή: τρία τετράστιχα. Επίσης, τα ποιήματα ήταν όλα τους άτιτλα, με αρίθμηση αντί για τίτλο. Έτσι, το ποίημα που παρουσιάσαμε δεν έχει τίτλο «Λαλούν τ’ αηδόνια» στη συλλογή, αλλά απλώς «6», είναι το έκτο ποίημα από τα συνολικώς 111 ποιήματα της συλλογής.
Παραθέτω τους στίχους:
Λαλούν τ’ αηδόνια και πλαντάζω,
ανθούν τα ρόδα και μεθώ,
το φεγγαράκι κουβεντιάζω
και μου ‘ρχεται να τρελαθώ.
Μια μαγεμένη ανατριχίλα
με περιμένει κάθε αυγή,
θαρρώ πως βγάζω ανθούς και φύλλα
κι απλώνω ρίζες μες στη γη.
Μα ποιο μεθύσι και ποια τρέλα
και ποια ανοιξιάτικη χαρά
μοιάζει με αυτό που φέρνεις; -έλα
κι όλα τα νοιώθω μια φορά!